Latest News

Σάββατο 8 Σεπτεμβρίου 2012

Η σκοτεινή "ρότα" των επιχειρήσεων Αλαφούζου

Μια από τις σκοτεινές διαδρομές της διαπλοκής των επιχειρηματιών ΜΜΕ με την πολιτική εξουσία, αλλά και τον άμεσο χρηματισμό πολιτικών φορέων στην Ελλάδα, αποκαλύπτει το περιοδικο UNFOLLOW. Στο τελευταίο του τεύχος ασχολείται με τις επιχειρήσεις Αλαφούζου και την διείσδυση του επιχειρηματία στα ΜEDIA.
Διαβάστε το!

 

Του SPY-JUNGLE REPORT


ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ Η «ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΙΚΗ ΕΝΗΜΕΡΩΣΗ» ΘΕΛΕΙ ΤΙΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΙΣ ΣΥΜΦΕΡΟΝΤΩΝ ΑΛΑΦΟΥΖΟΥ ΝΑ ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΠΟΙΟΥΝΤΑΙ ΣΤΟΥΣ ΚΛΑΔΟΥΣ ΤΗΣ ΝΑΥΤΙΛΙΑΣ ΚΑΙ ΤΩΝ ΜΜΕ. ΟΙ ΚΑΤΑΓΓΕΛΙΕΣ ΓΙΑ ΜΟΛΥΝΣΗ ΤΟΥ ... ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ, ΧΡΗΜΑΤΙΣΜΟΥΣ ΠΟΛΙΤΙΚΩΝ Ή ΑΜΦΙΛΕΓΟΜΕΝΕΣ ΣΥΜΒΑΣΕΙΣ ΜΕ ΤΟ ΡΟΥΜΑΝΙΚΟ ΔΗΜΟΣΙΟ ΔΕΝ ΑΓΓΙΖΟΥΝ ΠΟΤΕ ΤΟΥΣ ΠΑΝΙΣΧΥΡΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ ΠΑΡΑΣΚΗΝΙΑΚΟΥΣ «ΠΑΙΚΤΕΣ», ΟΙ ΟΠΟΙΟΙ ΜΑΛΙΣΤΑ ΞΕΚΙΝΟΥΝ ΚΑΙ ΕΚΣΤΡΑΤΕΙΕΣ… ΟΙΚΟΛΟΓΙΚΗΣ ΕΥΑΙΣΘΗΣΙΑΣ!

Το συγκρότημα Αλαφούζου είναι εδώ και πολλές δεκαετίες ένας από τους πιο γνωστούς και ισχυρούς οικονομικούς παράγοντες στην Ελλάδα, με τις δραστηριότητές του να καλύπτουν ένα ευρύ φάσμα στον χώρο των επιχειρήσεων. Είχε ξεκινήσει από τον τομέα της εργολαβίας στη δεκαετία του 1950 και σήμερα είναι ένας από τους κυρίαρχους στον χώρο του εφοπλισμού, με μία σειρά από ναυτιλιακές εταιρείες που διαθέτουν έναν μεγάλο εμπορικό στόλο. Δραστηριοποιείται επίσης και όλον το χώρο των ΜΜΕ, όπως συνηθίζεται άλλωστε στην Ελλάδα από κάθε μεγαλοεπιχειρηματική ελίτ, με τον τηλεοπτικό και τον ραδιοφωνικό σταθμό ΣΚΑΪ, την εφημερίδα Καθημερινή, τις αντίστοιχες ιστοσελίδες και δύο ραδιοφωνικούς σταθμούς άνευ πολιτικού ενδιαφέροντος, τον ΜελωδίαFM και τον Red FM.

Όλες αυτές τις δεκαετίες, ωστόσο, η πορεία του συγκροτήματος όσον αφορά τη νομιμότητα στο πολιτικοοικονομικό σκηνικό –και κυρίως στο παρασκήνιό του- έχει υπάρξει σε πολλές περιπτώσεις αμφιλεγόμενη. Μεταξύ άλλων, έχει κατηγορηθεί για διαπλοκή και αδιαφάνεια όσον αφορά τον τρόπο απόκτηση του τηλεοπτικού και του ραδιοφωνικού σταθμού ΣΚΑΪ, αλλά και της εφημερίδας Καθημερινή. Κατηγορήθηκε επίσης για λαθρεμπόριο πετρελαίου με τα δεξαμενόπλοια «Ασπρονήσι» και «Ενάλιος Αίθρα», όπως και για μολύνσεις θαλασσών, που οφείλονταν σε ναυάγια πεπαλαιωμένων πετρελαιοφόρων του – αυτά όμως προτού όμως ξεκινήσουν οι οικολογικοί ακτιβισμοί του ομίλου ΣΚΑΪ. Στην εποχή δε των οικολογικών ακτιβισμών, δηλαδή πρόσφατα (2009), κατηγορήθηκε για εκροή τοξικών αποβλήτων από το εργοστάσιο της οικογένειας Αλαφούζου στο Κορωπί, το οποίο εκδίδει τα έντυπα του συγκροτήματος (Καθημερινή κ.ά.), και για μια σειρά άλλων περιβαλλοντικών παραβάσεων, για τις οποίες του επιβλήθηκαν πρόστιμα συνολικού ύψους 130.000 ευρώ.

ΜΙΑ ΕΠΙΤΑΓΗ ΓΙΑ ΤΟΝ Κ. ΜΗΤΣΟΤΑΚΗ

Μία από τις πιο κραυγαλέες, όμως, περιπτώσει, που καταμαρτυρεί για την οικογένεια Αλαφούζου όχι μόνο τη διαπλοκή της με την πολιτική εξουσία, αλλά και τον άμεσο χρηματισμό πολιτικών φορέων, είναι η δημόσια παραδοχή του Αριστείδη Αλαφούζου, σε συνέντευξη που παραχώρησε τον Οκτώβριο του 1993 στη δημοσιογράφο Τ. Κορνάρου των Νέων, ότι είχε «δωρίσει» -κάτω από το τραπέζι, εννοείται- μία επιταγή ύψους 1 εκ. δολαρίων στον Κωνσταντίνο Μητσοτάκη, προσθέτοντας επίσης ότι είχε «βοηθήσει» και σε άλλες περιόδους. Αυτή η συνέντευξη είχε παραχωρηθεί, φυσικά, την εποχή της ολικής ρήξης στις σχέσεις του με τον Κ. Μητσοτάκη, λόγω κάποιων εμπλοκών σχετικά με την αδειοδότηση του ραδιοφωνικού σταθμού ΣΚΑΪ και τη νομή των τηλεοπτικών συχνοτήτων. Ήταν τότε που ο Α. Αλαφούζος είχε στις υπηρεσίες του τον Γιώργο Τράγκα και τον μακαρίτη Νίκο Κακαουνάκη, οι οποίοι κατακεραύνωναν καθημερινά από τον ραδιοφωνικό σταθμό ΣΚΑΪ την κυβέρνηση της ΝΔ.

Ιδιαίτερα αποκαλυπτική σχετικά με τη διακίνηση μαύρου χρήματος από το συγκρότημα Αλαφούζου προς πολιτικά πρόσωπα, ήταν και η επί 28 χρόνια ιδιαιτέρα γραμματέας του Α. Αλαφούζου, Καίτη Χατζηβασιλείου. Σε συνέντευξη που είχε παραχωρήσει, σύμφωνα με άρθρο της Δήμητρας Κρουστάλλη στο Βήμα, έκανε λόγο για σακ βουαγιάζ γεμάτα μετρητά που η ίδια ετοίμαζε, κατ’ εντολή του Αλαφούζου, και τα οποία προορίζονταν για τις τσέπες πολιτικών προσώπων.

Οι επιχειρήσεις, όμως, ενός κολοσσού, όπως το συγκρότημα Αλαφούζου δεν περιορίζονται μόνο στην ελληνική επικράτεια, αλλά επεκτείνονται φυσικά και σε άλλες περιοχές του πλανήτη. Κυρίως μάλιστα όταν οι πολιτικές εξελίξεις της εκάστοτε περιοχής παρουσιάζουν ευκαιρίες για γρήγορα και εύκολα κέρδη. Μία από αυτές τις περιοχές ήταν και η Ρουμανία στις αρχές της δεκαετίας του ’90, αμέσως μετά την πτώση του κομμουνιστικού καθεστώτος του Τσαουσέσκου. Η δημόσια περιουσία της Ρουμανίας αναζητούσε επενδυτές. Όπως διδάσκει η Ιστορία, οι επενδύσει και οι μαζικές ιδιωτικοποιήσεις των δημόσιων περιουσιών σε μετακομμουνιστικά κράτη συνοδεύονται συχνά από μεγάλα σκάνδαλα στα οποία πρωταγωνιστούν διεφθαρμένοι πολιτικοί, έτοιμοι να εκποιήσουν τα πάντα, και αδηφάγοι επιχειρηματίες, που αγοράζουν αντί πινακίου φακής εταιρείες, οργανισμούς και ακίνητα τεράστιας οικονομικής αξίας.

ΜΕΤΑΚΟΜΜΟΥΝΙΣΤΙΚΗ ΕΚΠΟΙΗΣΗ

Ο εμπορικός στόλος της Ρουμανίας τότε κατείχε την 9ηθέση παγκοσμίως σε αριθμό πλοίων, πράγμα που τον καθιστούσε δελεαστικό στόχο για τους απανταχού εφοπλιστές που σκόπευαν να επεκτείνουν τις επιχειρήσεις τους. Αριθμούσε 310 πλοία όλων των κατηγοριών και άλλα 70 πλοία που βρίσκονταν στα σκαριά σε διάφορα ναυπηγεία. Λόγω της έλλειψης κεφαλαίων, αλλά και της σκανδαλώδους μη έγκρισης κονδυλίων για τη συντήρησή τους, πολλά από αυτά τα πλοία άρχισαν να παρουσιάζουν προβλήματα, με αποτέλεσμα αρκετά να βρίσκονται εκτός λειτουργίας, αγκυροβολημένα σε διάφορα λιμάνια. Επικριτές της πολιτικής κατάστασης εκείνης της εποχής κατηγορούσαν τη ρουμανική κυβέρνηση ότι, αντί να επενδύσει στη συντήρηση των πλοίων, σπαταλούσε το δημόσιο χρήμα για δωροδοκίες ψηφοφόρων. Έτσι, αποφασίστηκε να ξεκινήσουν οι διαδικασίες για την πώληση πλοίων, με 24 από αυτά να καταλήγουν να πωλούνται για παλιοσίδερα.

Η κρατική εταιρεία που διαχειριζόταν όλο τον ρουμάνικο στόλο ήταν η Navrom. Η Navrom χωρίστηκε τότε σε τρεις εταιρείες, επίσης κρατικές. Μία από αυτές ήταν η Petromin, η οποία έλαβε 89 πλοία πετρελαίου και μεταλλευμάτων και που στη συνέχεια ενεπλάκη σε σωρεία μεγάλων σκανδάλων.

Η PETROMIN ΚΑΙ Ο ΣΤΡΑΤΗΓΟΣ ΓΡΥΛΛΑΚΗΣ
Ο στρατηγός Νίκος Γρυλλάκης ήταν μία αμφιλεγόμενη προσωπικότητα, με δράση κυρίως στην εποχή της κυβέρνησης Κ. Μητσοτάκη. Επρόκειτο σε γενικές γραμμές για άνθρωπο που πρωταγωνιστούσε κυρίως στο παρασκήνιο, με περιπετειώδη καριέρα στην ΚΥΠ και διασυνδέσεις με άλλες μυστικές υπηρεσίες, όπως ηCIA και η Mossad, οι οποίες, όπως αναφέρει και ο ίδιος στο βιογραφικό του, τον είχαν εκπαιδεύσει σε θέματα κατασκοπείας-αντικατασκοπείας. Όταν αποστρατεύθηκε, το 1985, τον πήρε στην υπηρεσία του ο Κ. Μητσοτάκης, διορίζοντάς τον διευθυντή ασφάλειας και πληροφοριών της Νέας Δημοκρατίας. Αμέσως μετά, επί κυβέρνησης Μητσοτάκη, διατέλεσε σύμβουλος του πρωθυπουργού για υποθέσεις εθνικής άμυνας, δημόσιας τάξης και ασφάλειας. Στο περιβόητο σκάνδαλο των τηλεφωνικών υποκλοπών, στα τέλη της δεκαετίας του 1980, όπου παρακολουθούνταν οι τηλεφωνικές συνδιαλέξεις όχι μόνο των πολιτικών αντιπάλων, αλλά ακόμα και των φίλα προσκείμενων στη Νέα Δημοκρατία, ο στρατηγός Γρυλλάκης είχε θεωρηθεί ο κύριος εγκέφαλος μαζί με τον Χρήστο Μαυρίκη, τον Μανώλη Βασαλάκη και άλλους συνεργάτες του Κ. Μητσοτάκη. (Ο Μ. Βασαλάκης ήταν ο άνθρωπος που εμφάνισε η Citibank να έχει εξαργυρώσει την επιταγή του 1 εκ. δολαρίων που ο Α. Αλαφούζος είχε πει πως είχε δωρίσει στον Κ. Μητσοτάκη.)

Η δράση του στρατηγού Γρυλλάκη δεν περιοριζόταν μόνο στα γραφεία της Νέας Δημοκρατίας, αναλάμβανε συχνά, κατ’ εντολή του Κ. Μητσοτάκη, και παρασκηνιακές «αποστολές» που είχαν να κάνουν κυρίως με θέματα εξωτερικής πολιτικής της Ελλάδας. Για την ακρίβεια, τον χειρισμό θεμάτων που αφορούσαν τις σχέσεις της Ελλάδας με γειτονικές χώρες, όπως την Αλβανία, την ΠΓΔΜ, τη Βουλγαρία κ.ά.

Μία από αυτές τις αποστολές ήταν και η παρασκηνιακή υποστήριξη του προεκλογικού αγώνα του προέδρου της Ρουμανίας Ίον Ιλιέσκου στις ρουμανικές εκλογές το 1992. Η υποστήριξη αυτή, που συμφωνήθηκε διαμέσου μυστικών διαβουλεύσεων μεταξύ του στρατηγού Γρυλλάκη και του ίδιου του Ιλιέσκου, περιελάμβανε την εκτύπωση όλου του προεκλογικού υλικού του κόμματος του Ιλιέσκου, του FDSN (Δημοκρατικού Μετώπου Εθνικής Σωτηρίας) στα τυπογραφεία της Νέας Δημοκρατίας, αλλά και την εξασφάλιση χρηματικής βοήθειας από έλληνες επιχειρηματίες.

Ως αντάλλαγμα για τη μεγάλη αυτή στήριξη ο στρατηγός Γρυλλάκης, όπως αναφέρει στο βιβλίο του, ζήτησε από τον Ιλιέσκου, σε περίπτωση που εκλεγεί πρόεδρος, την υποστήριξη της Ρουμανίας στην Ελλάδα για το σκοπιανό ζήτημα, την υποστήριξή της για το κυπριακό, βελτίωση των σχέσεων Ελλάδας-Ρουμανίας και επίλυση του βλάχικου ζητήματος, δηλαδή αναγνώριση των Βλάχων της Ελλάδας ως Ελλήνων.

ΟΙ ΕΛΛΗΝΕΣ «ΕΠΕΝΔΥΤΕΣ» ΣΤΗ ΡΟΥΜΑΝΙΑ

Σύμφωνα όμως με καταγγελίες του Τραϊάν Μπασέσκου, τότε βουλευτή και μετέπειτα Προέδρου της Ρουμανίας,1φαίνεται ότι τα ανταλλάγματα του Ιλιέσκου για τη στήριξή του από τη Νέα Δημοκρατία δεν ήταν μόνο αυτά που παρουσιάζει ο στρατηγός Γρυλλάκης. Άλλωστε, στην υπόθεση αυτή μπήκαν και χρήματα ελλήνων επιχειρηματιών, τους οποίους μάλλον δεν ενδιαφέρει και τόσο πολύ, λόγου χάρη, η επίλυση του βλάχικου ζητήματος. Ο Μπασέσκου λοιπόν, σε συνέντευξη που παραχώρησε στη δημοσιογράφο Άνα Μαρία Βιντάν, ισχυρίστηκε πως έχει αποδείξεις ότι παραδόθηκαν στον στρατηγό Γρυλλάκη εμπιστευτικά έγγραφα που αφορούσαν την κρατική ρουμανική ναυτιλιακή εταιρεία Petromin τα οποία περιείχαν πληροφορίες τόσο για τις συμβάσεις χρηματοδότησής της όσο και για τις εμπορικές συμβάσεις που αυτή είχε συνάψει. Σύμφωνα δε με άρθρο του δημοσιογράφου Σ. Στανέσκου, ο Τ. Μπασέσκου ανέφερε ότι σε αυτή την «υπόθεση κατασκοπείας», όπως τη χαρακτήριζε, τα πρόσωπα τα οποία εμπλέκονταν πρωτευόντως ήταν: Από την πλευρά των ελληνικών συμφερόντων, ο στρατηγός Γρυλλάκης, ο εφοπλιστής Στέλιος Κατούνης της ναυτιλιακής εταιρείας Forum Maritime, ο ιορδανός μεγαλοεπιχειρηματίας Φάτι Τάχερ και ο έλληνας ανταγωνιστής των δύο προηγούμενων, μεγαλοεφοπλιστής και ιδιοκτήτης μιας σειράς από ελληνικά ΜΜΕ, Γιάννης Αλαφούζος. Από την πλευρά του Βουκουρεστίου, ήταν ο υπουργός μεταφορών Πάουλ Τεοντόρου και ο στρατηγός Βασίλε Ιονέλ. Οι δευτερευόντως εμπλεκόμενοι, κατά τον Μπασέσκου πάντα, ήταν ο Κ. Μητσοτάκης, ο τέως πρωθυπουργός Νικολάε Βακαρόιου και ο πρόεδρος Ίον Ιλιέσκου.

Στην ερώτηση της δημοσιογράφου Άνα Μαρία Βιντάν για ποιο λόγο θεωρεί την παράδοση των εμπιστευτικών εγγράφων στον στρατηγό Γρυλλάκη κατακριτέα πράξη και όχι μία εμπορική συναλλαγή, ο Μπασέσκου ισχυρίστηκε πως επρόκειτο για ένα στημένο παιχνίδι, σύμφωνα με το οποίο ο υπουργός μεταφορών Τεοντόρου και ο πρωθυπουργός Βακαρόιου όλο το προηγούμενο διάστημα αναστάτωναν την κοινή γνώμη διαλαλώντας παντού ότι η Petromin είναι επιζήμια κι ότι είναι θέμα χρόνου να πτωχεύσει, υποστηρίζονται κατηγορηματικά ότι η εταιρεία θα πρέπει να πουληθεί. Και την κατάλληλη στιγμή, δηλαδή στα τέλη του 1993, και μάλιστα όταν η εταιρεία άρχισε να παρουσιάζει κέρδη, γεγονός που διέψευσε τους μέχρι τότε ισχυρισμούς των Τεοντόρου και Βακαρόιου περί επιζήμιας για το δημόσιο εταιρείας, παρουσιάστηκαν ξαφνικά από το πουθενά πρόθυμοι έλληνες επενδυτές για να συστήσουν κοινοπραξίες μαζί της, με τον εφοπλιστή Σ. Κατούνη να προτίθεται να αγοράσει το 51% της Petromin.

Οι κοινοπραξίες που είχαν συστηθεί εκείνο τον καιρό με την Petromin ήταν με εταιρείες ελληνικού ενδιαφέροντος, ή μάλλον για την ακρίβεια με εταιρείες όχι και τόσο ελληνικού ενδιαφέροντος, μια και βρίσκονταν υπό άλλες σημαίες, οι οποίες εντούτοις είχαν έλληνες ιδιοκτήτες. Οι κοινοπραξίες συστήθηκαν με τη σύμβαση «Forum Maritime-Petromin», μεταξύ της εταιρείας Forum Maritime του εφοπλιστή Στέλιο Κατούνη και του ρουμανικού δημοσίου, και με τη σύμβαση «Petromin-Minerva», μεταξύ της εταιρείας «Ermis Maritime» του Γιάννη Αλαφούζου και του ρουμανικού δημοσίου. Οι συμβάσεις αυτές αποτέλεσαν μεγάλα σκάνδαλα, που απασχόλησαν επί σειρά ετών τη ρουμανική επικαιρότητα, αλλά στην Ελλάδα δεν ακούστηκε σχεδόν τίποτα για αυτά…

1 Ο Τραϊάν Μπασέσκου είναι Πρόεδρος της Ρουμανίας από το 2004. Η προεδρία του τέθηκε σε αναστολή από το ρουμανικό κοινοβούλιο, λόγω κατηγοριών μεταξύ άλλων για παράνομες τηλεφωνικές υποκλοπές και χρήση των μυστικών υπηρεσιών εναντίον πολιτικών του αντιπάλων και προκηρύχθηκε δημοψήφισμα για το αν θα παραμείνει πρόεδρος. Τα αποτελέσματα του δημοψηφίσματος, που διεξήχθη στις 29 Ιουλίου 2012, καταγράφηκαν ως περίπου 88% υπέρ της αποπομπής του Μπασέσκου, αλλά το Συνταγματικό Δικαστήριο της Ρουμανίας το ακύρωσε, διότι η συμμετοχή ήταν κάτω του 50% που προβλέπεται για έγκυρο δημοψήφισμα.



ΣΥΝΕΧΙΖΕΤΑΙ…

Διαβάστε τη συνέχεια του ρεπορτάζ στο επόμενο τεύχος του UNFOLLOW