Αύξηση ανταποδοτικών τελών στον Πειραιά: ποιος πληρώνει το κόστος της αποτυχίας;
Ο Δήμος Πειραιά αποφάσισε την αύξηση των ανταποδοτικών τελών καθαριότητας και φωτισμού για το 2026, με βασικό επιχείρημα ότι τα σημερινά έσοδα δεν επαρκούν για να καλύψουν τις δαπάνες της Υπηρεσίας Καθαριότητας & Ηλεκτροφωτισμού.
Πράγματι, καταγράφεται διαχρονικό έλλειμμα, το οποίο μέχρι σήμερα καλύπτεται από αποθεματικά, ενώ το κόστος έχει αυξηθεί ραγδαία (καύσιμα, ενέργεια, τέλος ταφής απορριμμάτων, μισθολογικές αυξήσεις).
Η δημοτική αρχή υποστηρίζει ότι χωρίς αύξηση, το 2026 θα εμφανιστεί έλλειμμα περίπου 3,25 εκατ. ευρώ, κάτι που –όπως αναφέρεται– παραβιάζει την αρχή της ανταποδοτικότητας.
Όμως το κρίσιμο ερώτημα δεν είναι αν υπάρχει πρόβλημα.
Είναι πώς και σε ποιους μεταφέρεται το κόστος.
Για τους κατοίκους προβλέπεται αύξηση 12%, με νέο συντελεστή 1,78 €/τ.μ., ανεξάρτητα από εισόδημα, κοινωνική κατάσταση ή πραγματική χρήση των υπηρεσιών που σημαίνει ότι οι κάτοικοι πληρώνουν για δομικές αποτυχίες πολιτικής
Το ίδιο το εισηγητικό κείμενο παραδέχεται ότι το πρόβλημα είναι συστημικό: λόγω της εκτόξευσης του τέλους ταφής απορριμμάτων (+175%), του ενεργειακού κόστους, των μισθολογικών αυξήσεων , της στασιμότητα των ΚΑΠ. Άρα πρόκειται για επιλογές και πολιτικές εκτός Δήμου.
Κι όμως, η απάντηση είναι μονοδιάστατη: μετακύλιση του κόστους απευθείας στον λογαριασμό του κατοίκου.
Χωρίς ουσιαστική διεκδίκηση προς τα πάνω, χωρίς πολιτική σύγκρουση για τη χρηματοδότηση της αυτοδιοίκησης. Η αύξηση ζητείται για να διατηρηθεί το υφιστάμενο επίπεδο υπηρεσιών που προφέρει ο Δήμος Πειραιά προς τους πολίτες και όχι για να βελτιωθεί. Επιπλέον η δημοτική αρχή δεν παρουσιάζει τους δείκτες καθαριότητας, τις χωρικές συγκρίσεις ανά γειτονιά, τα ην αξιολόγηση ελλείψεων σε εξοπλισμό και προσωπικό και ούτε καν θέτει μετρήσιμους στόχους βελτίωσης.
Τελικά οι κάτοικοι καλούνται να πληρώσουν περισσότερο χωρίς να γνωρίζουν τι ακριβώς ανταποδίδεται.
