Latest News

Τρίτη 18 Φεβρουαρίου 2020

Αυξήσεις έως 30% στα ενοίκια ενώ οι μισθοί παραμένουν στάσιμοι

Ενοίκια που σε πολλές περιπτώσεις ξεπερνούν ακόμα κι εκείνα προ της κρίσης, καταγράφονται τους τελευταίους μήνες στην αγορά ακινήτων, με...
αποτέλεσμα πολλοί ενδιαφερόμενοι να στρέφονται σε μικρότερα διαμερίσματα ή περιοχές εκτός ενδιαφέροντός τους.   

Σύμφωνα με δημοσίευμα της Καθημερινής, η μεγάλη και απότομη αύξηση των ενοικίων υπονομεύει, σε σημείο ακύρωσης, τις προσπάθειες της κυβέρνησης για την ενίσχυση των εισοδημάτων και της αγοραστικής δύναμης των νοικοκυριών.   

Είναι χαρακτηριστικό ότι για την ενοικίαση πληθώρας διαμερισμάτων ζητούνται σήμερα ενοίκια που ξεπερνούν το 60%-70% του μέσου μισθού, ο οποίος διαμορφώνεται (με βάση τα επίσημα στοιχεία) πλησίον των 1.000 ευρώ. 

Μια απλή αναζήτηση στις αγγελίες αποκαλύπτει ότι για μεγάλη μερίδα ακινήτων που προσφέρονται προς ενοικίαση, ζητούνται ενοίκια που κινούνται μεταξύ 600-800 ευρώ, συχνά χωρίς να λαμβάνεται υπόψη κανένα κριτήριο διαμόρφωσης των τιμών, όπως π.χ. παλαιότητα, περιοχή, όροφος, κατάσταση ακινήτου, προσφερόμενες προδιαγραφές κ.τ.λ. 

Αντιθέτως, όπως σημειώνουν ενδιαφερόμενοι ενοικιαστές, αλλά και φορείς του κλάδου των ακινήτων, η τιμή συχνότατα διαμορφώνεται με βάση τις ανάγκες, ή τις προσδοκίες του ιδιοκτήτη και με βάση την προσωπική αντίληψη του καθενός.   

Η βελτίωση του οικονομικού κλίματος έχει ενισχύσει σε τέτοιο βαθμό την ψυχολογία των ιδιοκτητών, που εκτιμούν ότι μπορούν να «περάσουν» στην αγορά αυξήσεις της τάξεως του 20%, 25%, ή ακόμα και 30% μέσα σε λίγους μήνες!

 Οπως αναφέρει στην «Κ» ο κ. Λευτέρης Ποταμιάνος, επικεφαλής του μεσιτικού γραφείου Potamianos Real Estate Group και πρόεδρος του Συλλόγου Μεσιτών Αθηνών-Αττικής, «πρόσφατα μισθώσαμε ένα διαμέρισμα 100 τ.μ., κατασκευής 2008, 2ου ορόφου αντί 700 ευρώ/μήνα. Πριν από την κρίση, ένα τέτοιο ακίνητο θα μισθωνόταν προς 500-550 ευρώ». 

Αντίστοιχα, στο Κολωνάκι, διαμέρισμα 80 τ.μ. μισθώθηκε αντί 1.200 ευρώ, έναντι 900-1.000 ευρώ, πριν από την οικονομική κρίση.   Ανάλογα παραδείγματα εντοπίζονται και σε άλλα σημεία. Για παράδειγμα στην πλ. Βικτωρίας, ένα ανακαινισμένο διαμέρισμα 55 τ.μ. μισθώθηκε πριν από λίγες εβδομάδες αντί 400 ευρώ. 

Στον αντίποδα, πιο λογικές εμφανίζονται οι τιμές στη Βόρεια Αττική, δηλαδή στις περιοχές μετά την Κηφισιά, όπου οι μεγάλες επιφάνειες, το υψηλό κόστος των κοινοχρήστων και η απόσταση από το κέντρο περιορίζουν τα ενοίκια. Για παράδειγμα, πρόσφατα μισθώθηκε ισόγειο διαμέρισματα 170 τ.μ. (σε διπλοκατοικία) στην περιοχή της Δροσιάς, αντί ποσού 850 ευρώ. 

  Η εικόνα αυτή επιβεβαιώνεται και με βάση τις αγγελίες. Βάσει των στοιχείων του δικτύου ηλεκτρονικών αγγελιών Spitogatos, κατά τη διάρκεια του τελευταίου 12μήνου έχουν καταγραφεί αυξήσεις έως σχεδόν 30%(!) σε διάφορες περιοχές της Αττικής.   Αξίζει να σημειωθεί ότι οι τιμές των ενοικίων υποχώρησαν κατά 40% κατά μέσον όρο, κατά την περίοδο της οικονομικής κρίσης και κυρίως από το 2011 έως και το 2015. 

Στη συνέχεια ακολούθησε μια διετία σταθεροποίησης, προτού ξεκινήσει η ανάκαμψή τους, χάρις στη σταδιακή άνοδο της ζήτησης, αλλά και στην ώθηση που έδωσαν οι βραχυχρόνιες μισθώσεις. Την τελευταία τριετία, κατά μέσον όρο, η αύξηση των ενοικίων στην Αττική υπολογίζεται ότι διαμορφώνεται σε 25%, πλην όμως υπάρχουν σημαντικές διαφορές από περιοχή σε περιοχή.   

Οι λόγοι της εκτόξευσης των μισθωμάτων  

 Η απότομη άνοδος των τιμών των ενοικίων ασφαλώς έχει εξηγήσεις. Οπως αναφέρει ο κ. Ποταμιάνος, «κατ' αρχάς υπάρχει σαφέστατα πολύ υψηλότερη ζήτηση για ενοικιάσεις, σε σχέση με τα χρόνια πριν από την κρίση. Τότε, οι περισσότεροι επέλεγαν την λύση του στεγαστικού δανείου και της απόκτησης ακινήτου, παρά την ενοικίαση. Σήμερα, η εικόνα είναι εντελώς αντίθετη, καθώς ελάχιστοι μπορούν να εξασφαλίσουν την απαιτούμενη χρηματοδότηση για να αγοράσουν ακίνητο».  

 Παράλληλα, όμως, σύμφωνα με τον κ. Ποταμιάνο, «υπάρχει και σημαντική έλλειψη προσφοράς διαθέσιμων προς ενοικίαση ακινήτων και αυτό οφείλεται σε μία σειρά από λόγους. Κατ' αρχάς, απουσιάζουν αρκετά ακίνητα από την αγορά λόγω του ότι είναι δεσμευμένα από τις τράπεζες». 

Πρόκειται για διαμερίσματα που ήταν ενέχυρα σε στεγαστικά δάνεια και σήμερα, επειδή ακριβώς τα δάνεια αυτά δεν εξυπηρετούνται, έχουν αποσυρθεί από την αγορά, είτε λόγω κατάσχεσης είτε επειδή οδεύουν προς πλειστηριασμό, είτε ακόμα επειδή οι τράπεζες τα έχουν επαναγοράσει (στο πλαίσιο των ηλεκτρονικών πλειστηριασμών) και δεν τα έχουν ακόμα διαθέσει στην αγορά.   

Επιπλέον, περίπου 15.000-20.000 ακίνητα στην Αττική έχουν απορροφηθεί από τη βραχυχρόνια μίσθωση, με το 80%-85% αυτών όμως να συγκεντρώνεται στο ιστορικό κέντρο της Αθήνας.   

Κατά τον κ. Ποταμιάνο, σημαντική επίδραση στην αγορά έχουν επιφέρει και τα προγράμματα που αφορούν τη στέγαση μεταναστών, μέσω ΜΚΟ. Μόνο αυτήν την περίοδο τρέχει πρόγραμμα για την εύρεση 400 τέτοιων κτιρίων σε όλη την Αθήνα, προκειμένου να στεγαστούν μετανάστες.  

 Επίσης, αρκετά ακίνητα έχουν αγοραστεί τα τελευταία χρόνια κυρίως από Κινέζους επενδυτές και εταιρείες, που πλέον τα εκμισθώνουν ως επενδυτικό προϊόν, με αποτέλεσμα να αυξάνουν τις τιμές των ενοικίων, προκειμένου να εξασφαλίζουν υψηλές αποδόσεις.   

Προς ενοικίαση σπίτια τραπεζών  

 Το ζήτημα πλέον είναι τι μέλλει γενέσθαι, δεδομένου ότι τα υψηλά ενοίκια επηρεάζουν τη ζωή όλο και περισσότερων νοικοκυριών, που διαπιστώνουν ότι δύσκολα μπορούν να ανταποκριθούν. Στο πλαίσιο αυτό ήδη κάποιες τράπεζες έχουν ξεκινήσει να προσφέρουν προς μίσθωση αρκετά από τα διαμερίσματα που έχουν στην κατοχή τους.   

Παράλληλα, τους επόμενους μήνες εκτιμάται ότι θα ξεκινήσει και η διαδικασία της επιστροφής στην αγορά των συμβατικών μισθώσεων μεγάλης διάρκειας, αρκετών διαμερισμάτων που σήμερα αξιοποιούνται αποκλειστικά μέσω βραχυχρόνιων μισθώσεων.  

 Προκειμένου να σταθεροποιηθούν οι τιμές, η ΠΟΜΙΔΑ έχει προτείνει την ευνοϊκότερη φορολόγηση των μακροχρόνιων μισθώσεων, προκειμένου να «δελεαστούν» ακόμα περισσότερο οι ιδιοκτήτες, που σήμερα εκμεταλλεύονται τα ακίνητά τους μέσω Airbnb.

 Ετσι, προτείνεται η μείωση του ισχύοντος φορολογικού συντελεστή για εισοδήματα από μισθώσεις κατά 10%. Για εισοδήματα μέχρι 12.000 ευρώ ετησίως, που σήμερα φορολογούνται με συντελεστή 15% προτείνεται η μείωση στο 5%. Σημειωτέον ότι η πρόταση αφορά αποκλειστικά τις μισθώσεις κύριας κατοικίας.