Latest News

Τρίτη 23 Νοεμβρίου 2021

Υπόθεση Έπσταϊν: Η Μάξγουελ αμφισβητεί τις καταθέσεις για σεξουαλική κακοποίηση

 


Η υπεράσπιση της Γκισλέιν Μάξγουελ στη δίκη της για σεξουαλική κακοποίηση θα επικεντρωθεί στο να υπονομεύσει τις καταγγέλλουσες εναντίον της και να αποστασιοποιηθεί από τον Τζέφρι Έπσταιν, για τον οποίο... σύμφωνα με τις κατηγορίες, στρατολογούσε ανήλικα κορίτσια.

 

Σε αυτό που θεωρείται από ορισμένους νομικούς εμπειρογνώμονες ως επικίνδυνη στρατηγική στην εποχή μετά το #MeToo, οι δικηγόροι της θα αμφισβητήσουν την αξιοπιστία τεσσάρων γυναικών, που λένε ότι τις περιποιήθηκε ως έφηβες για να τις κακοποιήσει στη συνέχεια ο Έπσταϊν, από τη δεκαετία του 1990 έως τις αρχές του 2000.

 

Οι συνήγοροί της θα υποστηρίζουν, σύμφωνα με το Reuters, ότι οι αναμνήσεις τους είναι εσφαλμένες ή ότι λένε ψέματα για οικονομικά κίνητρα. 


Ο Έπσταϊν αυτοκτόνησε στα 66 του σε ένα κελί στο Μανχάταν το 2019, ενώ περίμενε τη δίκη για κατηγορίες για σεξουαλική κακοποίηση.

 

«(Οι δικηγόροι της Μάξγουελ) θέλουν να πουν ότι ο πραγματικός κακός δεν υπάρχει πλέον ώστε να διωχθεί, επομένως τη χρησιμοποιούν ως αποδιοπομπαίο τράγο», είπε η Λόρι Λέβενσον, καθηγήτρια στη Νομική Σχολή Loyola στο Λος Άντζελες.

 

Η επιλογή των ενόρκων βρίσκεται σε εξέλιξη στο ομοσπονδιακό δικαστήριο του Μανχάταν για τη δίκη της Μάξγουελ, με τις εναρκτήριες ακροάσεις να έχουν προγραμματιστεί για τις 29 Νοεμβρίου.

 

Η ίδια έχει δηλώσει αθώα για οκτώ κατηγορίες, που της αποδίδονται, συμπεριλαμβανομένης της εμπορίας ανθρώπων για σεξουαλικούς σκοπούς.

 

Οι δικηγόροι της υποστήριξαν ότι οι εισαγγελείς, που δεν μπορούν να καταδικάσουν τον Έπσταϊν επειδή είναι νεκρός, επιδιώκουν να τον «αντικαταστήσουν» με την Μάξγουελ για να θέσουν κάποιον υπεύθυνο.

 

Επειδή δεν υπήρχε εν ζωή ο κύριος υπεύθυνος, «στράφηκαν καθυστερημένα στην κυρία Μάξγουελ», ανέφεραν οι δικηγόροι της στις 4 Φεβρουαρίου.

 

Το γραφείο του εισαγγελέα των ΗΠΑ Damian Williams στο Μανχάταν, το οποίο διενεργεί τη δίωξη κατά της Μάξγουελ, αρνήθηκε να σχολιάσει σχετικά, όπως και οι δικηγόροι της.

 

Ο Jeffrey Pagliuca, δικηγόρος της Μάξγουελ, είπε σε μια ακρόαση στις 10 Νοεμβρίου ότι η υπεράσπιση θα ρωτούσε τις γυναίκες που λένε ότι κακοποιήθηκαν για το γιατί περίμεναν τόσα χρόνια για να εμφανιστούν.

 

Σύμφωνα με την υπεράσπιση, δύο από τις γυναίκες - η Annie Farmer και μια άλλη που θα καταθέσει με ψευδώνυμο - κατηγόρησαν την Μάξγουελ για τα αδικήματα αρκετό καιρό μετά από τα φερόμενα εγκλήματα του Έπσταϊν.

 

Ένα ημερολόγιο που κρατούσε η Farmer από τη δεκαετία του 1990 και περιέγραφε τις σχέσεις της με τον Έπσταϊν δεν ανέφερε τη Μάξγουελ και η άγνωστη μάρτυρας δεν είπε τίποτα για τη Μάξγουελ μέχρι τον Ιούνιο, όταν οι εισαγγελείς της έδειξαν μια φωτογραφία, σύμφωνα με τους δικηγόρους της κατηγορούμενης.

 

Η υπεράσπιση θα βασιστεί εν μέρει στη μαρτυρία των ειδικών, και δη, της Ελίζαμπεθ Λόφτους, μιας ψυχολόγου που μελετά πώς οι αναμνήσεις μπορούν να παραποιηθούν με την πάροδο του χρόνου.

 

Υπάρχουν κίνδυνοι για την ομάδα υπεράσπισης, λένε ορισμένοι δικηγόροι, ιδιαίτερα μετά το κίνημα #MeToo.

 

«Πρέπει να δείξετε τη μέγιστη ενσυναίσθηση, κατά τη γνώμη μου, στους ανθρώπους που έχουν πέσει θύματα», επιμένει ο Zachary Margulis-Ohnuma, δικηγόρος υπεράσπισης από τη Νέα Υόρκη που ειδικεύεται σε υποθέσεις σεξουαλικών εγκλημάτων.

 

Η υπεράσπιση της Μάξγουελ έχει επίσης υποδείξει ότι σκοπεύουν να υποστηρίξουν ότι οι γυναίκες κατηγορούν καθυστερημένα την Μάξγουελ καθώς αποβλέπουν σε χρήματα.

 

Και οι τέσσερις κατήγοροι έχουν αποδεχθεί αποζημίωση από ένα ταμείο για τα θύματα, που ιδρύθηκε από τους διαχειριστές της περιουσίας του Έπσταϊν, ανέφεραν οι δικηγόροι της Μάξγουελ.

 

«Το κίνητρο της κατασκευής των κατηγοριών δεν θα μπορούσε να είναι πιο ξεκάθαρο», έγραψε η Λόρα Μένινγκερ, άλλη δικηγόρος της Μάξγουελ, σε σχέση με μια αστική αγωγή που κατέθεσε η Farmer κατά της περιουσίας του Έπσταϊν. Η Farmer απέσυρε την κατηγορία, όταν ζήτησε αποζημίωση από το ταμείο των θυμάτων.

 

«Οι πρόσφατα φερόμενες αναμνήσεις της από κακοποίηση -χωρίς επιβεβαίωση- δεν βασίζονται στην αλήθεια ή στην επιθυμία για «δικαιοσύνη» τόσο, όσο στην επιθυμία της για μετρητά» συμπλήρωσε.

 

Νομικοί εμπειρογνώμονες ωστόσο, ισχυρίζονται ότι η εισαγγελία δεν θα είχε κινήσει την υπόθεση εάν δεν πίστευαν ότι οι γυναίκες θα μπορούσαν να αντέξουν τις επιθέσεις στην αξιοπιστία τους.