Latest News

Τρίτη 1 Δεκεμβρίου 2015

Η διαφήμιση που άλλαξε την στάση μας απέναντι στο AIDS (ΕΙΚΟΝΕΣ)


Η σοκαριστική καμπάνια της Benetton που δίχασε την κοινωνία και η απίστευτη και συγκινητική ιστορία των πρωταγωνιστών της...
Όταν η Τερέζ Φραρ με τρεμάμενα χέρια φωτογράφιζε το 1990 τον Ντέιβιντ Κίρμπι να «φεύγει» χτυπημένος από το Aids σίγουρα δεν υπολόγιζε ότι η φωτογραφία της θα φιλοξενούταν μερικά χρόνια αργότερα στο περιοδικό Life oύτε ότι θα την συμπεριελάμβανε και στην έκδοση του με τις 100 φωτογραφίες που άλλαξαν τον κόσμο. Πολύ περισσότερο δεν περίμενε ότι η φωτογραφία της θα γινόταν η σημαία της καμπάνιας της Benetton το 1992 ενώνοντας απέναντι τους για πρώτη φορά εκκλησία και την gay κοινότητα.
Ας πάρουμε τα πράγματα από την αρχή. Η Τερέζ Φραρ το 1990 ήταν στο τελευταίο έτος των σπουδών της στη σχολή φωτογραφίας του Ohio University στην πόλη Athens. Παράλληλα άρχισε εθελοντικά να προσφέρει τις υπηρεσίες της στο Pater Noster House, ένα «σανατόριο» για ασθενείς με Aids στην μικρή πόλη Colombus. Εκεί γνωρίστηκε και ανέπτυξε φιλία με την Πέτα, μια τρανσέξουαλ (το πραγματικό της όνομα ήταν Πάτρικ Τσερτς) με ινδιάνικες ρίζες και η οποία ήταν επίσης φορέας και πρόσφερε εθελοντική εργασία βοηθώντας άλλους ασθενείς.
 
Η Πέτα έφερε σε επαφή την Τερέζ με τον Ντέιβιντ Κίρμπι, έναν γκέι ακτιβιστή της δεκαετίας του '80 που ζούσε στην Καλιφόρνια και όταν έμαθε ότι είναι έχει χτυπηθεί από Aids τρομαγμένος ρώτησε τους γονείς του - με τους οποίους είχε χάσει επαφή από τα 18 – αν θα μπορούσε να επιστρέψει πίσω για να πεθάνει δίπλα στην οικογένεια του . Όπως ανέφερε πρόσφατα στο Time η Τερεζ είχε ζητήσει από τον Ντέιβιντ την άδεια για να τον φωτογραφίζει κάποιες από τις φορές που θα επισκέπτονταν το σανατόριο. Εκείνος δεν αρνήθηκε βάζοντας ως μοναδικό όρο να μην χρησιμοποιηθούν οι φωτογραφίες για εμπορικό σκοπό. Το μόνο που ήθελε είναι δει «ο έξω κόσμος» πόσο επηρέαζε το Aids τον ίδιο, την οικογένεια του και την κοινότητα του.
 
Την μέρα που ο Ντέιβιντ θα κατέληγε η Τερέζ βρίσκονταν στο σανατόριο και στο δωμάτιο της Πέτα. «Κάποιος από το προσωπικό ήρθε να πάρει την Πέτα ώστε να είναι κοντά στον Ντέιβιντ όταν θα “αποχαιρετούσε” τους ανθρώπους που του στάθηκαν στις τελευταίες του στιγμές. Η Πέτα μου είπε να έρθω και εγώ αλλά τελικά έμεινα έξω από το δωμάτιο κάνοντας κάποιες δουλειές. Τότε με πλησίασε η μητέρα του Ντέιβιντ και μου είπε ότι ήθελε να φωτογραφίσω όλη την οικογένεια μαζί στο “τελευταίο αντίο” του γιου της. Πήγα και στάθηκα σε μια γωνία. Σχεδόν ακίνητη παρατηρούσα και αποθανατίζα την σκηνή. Λίγο αργότερα ήξερα με σιγουριά ότι κάτι πραγματικά συγκλονιστικό είχε εκτυλιχτεί μέσα σε εκείνο το δωμάτιο μπροστά στα μάτια μου» αναφέρει η Τερέζ.
 
Ενθυμούμενη τα λόγια του Ντέιβιντ, ότι η δουλειά της ήθελε να περάσει στην κοινωνία το μήνυμα του πόνου που προσφέρει απλόχερα το AIDS αναφέρει «Εκείνη την στιγμή και μέσα στην ταραχή μου αναρωτήθηκα “σιγά, ποιος θα ενδιαφερθεί να δει αυτές τις φωτογραφίες”». Για την ιστορία να πούμε ότι την φωτογραφία εκτιμάται ότι την έχουν δει πάνω από ένα δισεκατομμύριο άνθρωποι από τις αναρίθμητες ανατυπώσεις και προβολές σε ντοκιμαντέρ είτε για το Aids, είτε για την ίδια την φωτογραφία είτε για την διαμάχη που ξέσπασε γύρω από αυτή.
Πριν πάμε όμως σε αυτά, ας μείνουμε για λίγο στην μικρή πόλη του Οχάιο καθώς οι εναπομείναντες πρωταγωνιστές της ιστορίας παρέμειναν στενά δεμένοι. Λίγο διάστημα αργότερα ήταν η σειρά της Πέτα να ασθενήσει και αυτή φορά οι γονείς του Ντέιβιντ ήταν αυτοί που ανέλαβαν να φροντίσουν τον άνθρωπο που φρόντιζε τον γιό τους μέχρι να «φύγει» τον Απρίλιο του 1990. Η Πέτα «έφυγε» το φθινόπωρο το 1992 και στο πλευρό της πέρα από τους γονείς του Ντέιβιντ ήταν και η Τερέζ που την φρόντιζε και αποθανάτιζε τις τελευταίες στιγμές της.
 
«Ο άντρας μου και εγώ είχαμε πληγωθεί πάρα πολύ από τον τρόπο που αντιμετώπιζαν τον Ντέιβιντ στο μικρό νοσοκομείο κοντά στο σπίτι μας. Ο τραπεζοκόμος δεν του άφηνε ποτέ το μενού να το διαβάσει (από τον φόβο την μόλυνσης) αντίθετα του το διάβαζε από την πόρτα. Ετσι πήραμε την απόφαση να βοηθήσουμε άλλους ανθρώπους που είχαν AIDS να μην βιώσουν, στην πιο δύσκολη φάση της ζωής τους, αντίστοιχη εμπειρία. Προσπαθήσαμε ώστε η Πέτα να ζήσει αυτές της τελευταίες στιγμές της όσο πιο φυσιολογικά γίνεται.
 
Οταν ο Ντέιβιντ ήταν πλέον πολύ άρρωστος η Πέτα τον φρόντιζε σαν να ήταν μέλος της οικογένειας της. Οταν πλησιάζε η στιγμή να “φύγει” η Πέτα – γιατί όλοι το ξέραμε ότι θα φύγει – δεν τέθηκε καν ερώτημα ποιος θα τον βοηθήσει. Εμείς θα αναλαμβάναμε την φροντίδα της. Τίποτα άλλο» θα πει στο Time η μητέρα του Ντέιβιντ, Κέι.
 
Η Τερέζ έχοντας στα χέρια της το υλικό δύο ετών, και δύο συγκλονιστικών θανάτων που ενώνονταν , θα το στείλει στο περιοδικό Life. Ήταν η περίοδος που ο γρίφος του Aids δεν είχε αποκωδικοποιηθεί και οι εφημερίδες και τα περιοδικά έψαχναν θέματα γύρω από την ασθένεια.
 
«Φυσικά και ήταν δύσκολο εκείνο το διάστημα να βρεις ομάδες ανθρώπων που να έχουν σχέση με το Aids που να δεχθούν να φωτογραφηθούν, οπότε όταν πήρα το oκ από τους ανθρώπους αυτούς στο Pater Noster ήξερα ότι έκανα κάτι σημαντικό, σημαντικό για εμένα, τουλάχιστον. Ποτέ δεν πίστεψα ότι θα δημοσιευθεί στο Life, ότι θα αποσπάσει βραβεία (σ.σ. μεταξύ των άλλων WorldPressPhotoAwards), και με τίποτα ότι θα γινόταν κάτι τόσο τεράστιο όσο η καμπάνια της Benetton. Στο τέλος της ημέρας, η φωτογραφία του Ντέιβιντ έγινε η εικόνα που ταξίδεψε σε όλο τον κόσμο όμως χάθηκε ή ξεχάστηκε όλη η υπόλοιπη δουλεία που έκανα με την Πέτα την οικογένεια Κίρμπι όλους τους υπόλοιπους στο σανατόριο Pater Noster».
 
Πως όμως έφτασε στα χέρια της Benetton; Ο δαιμόνιος φωτογράφος Ολιβιέρο Τοσκάνι που είχε ζήσει όλη την γιγάντωση της ιταλικής φίρμας έψαχνε μετά από τις πολυπολιτισμικές και πολύχρωμες καμπάνιες του το επόμενο big thing που θα σόκαρε. Είδε την φωτογραφία στο Life και επικοινώνησε με τους γονείς του Ντέιβιντ για να τους ζητήσει την άδεια να την χρησιμοποιήσει στην νέα καμπάνια της Benetton που θα έφερε τον τίτλο «Reality». Αυτοί αποδέχτηκαν, με την βοήθεια της τεχνολογίας μπήκε χρώμα στην ασπρόμαυρη φωτογραφία της Τερέζ και η καμπάνια αποδείχτηκε τόσο ρεαλιστική που σόκαρε. Οι περισσότερες από τις διαφημίσεις (σ.σ. περιελάμβανε και άλλες «προκλητικές» φωτογραφίες πέρα από αυτή με τον Ντέιβιντ να αργοσβήνει) δεν έφτασαν σε - κατα τα άλλα προοδευτικές - χώρες όπως η Βρετανία και η Ιαπωνία. Οι αγγλικές εκδόσεις των Elle, Vogue και Marie Claire αρνήθηκαν να δημοσιεύσουν την διαφήμιση ενώ οι Sunday Times καλούσαν τους αναγνώστες «να σταματήσουμε αυτή την τρέλα με την δύναμη των χρημάτων μας».
 
Στο Λονδίνο, η οργάνωση των γκέι ακτιβιστών Act Up αντιτιθέμενη στην καμπάνια έκανε λόγο για εμπορευματοποιήση του ανθρώπινου πόνου. Το πρώτο Σάββατο που η διαφήμιση βγήκε στον «αέρα» τα μέλη της έκαναν καθιστική διαμαρτυρία έξω από το κεντρικό κατάστημα της United Colors of Benetton προσπαθώντας παράλληλα να αποτρέψει πελάτες να εισέλθουν σε αυτό. Το επόμενο Σάββατο, το πήγαν ένα βήμα παραπέρα. Όρμηξαν αυτοί στα καταστήματα, άδειασαν τα ράφια από τα πολύχρωμα ρούχα τα συγκέντρωσαν, τα ποδοπάτησαν και σε χρόνο ρεκόρ εξαφανίστηκαν. Έστω και για μικρό διάστημα η κίνηση αυτή είχε οικονομικό αντίκτυπο σε αρκετά καταστήματα της αλυσίδας και έστρεψε πλέον αρκετούς καταστηματάρχες κατά της ιδέας του Τοσκάνι. Και σαν να μην έφταναν όλα τα παραπάνω (να έχεις απέναντι σου τον Τύπο, τους gay και τους καταστηματάρχες σου) ήρθε και η καθολική εκκλησία να χαρακτηρίσει βλάσφημη την φωτογραφία καθώς - μην γνωρίζοντας ότι δεν είναι σκηνοθετημένη – θεώρησε ότι αντιγράφει πίνακα της Αποκαθήλωσης με την Παναγία να κρατάει στα χέρια τον Ιησού.
 
Τις απόψεις του πάνω στην καμπάνια που σήκωσε θύελλα αντιδράσεων είχε την ευκαιρία να παρουσιάσει ο Τοσκάνι στο κατάμεστο αμφιθέατρο του Royal College of Arts στο Kensington. Ξεκίνησε με το ότι η δουλειά του είναι δημοσιογραφικής φιλοσοφίας: « Οι δημοσιογράφοι ψάχνουν για παράξενες ιστορίες και κανένας δεν τους κατηγορεί όταν προσπαθούν να τις πουλήσουν στα Μέσα, γιατί με την δουλειά τους ενημερώνουν. Αυτό κάνω και εγώ με την φωτογραφία. Πουλάω αλλά επίσης πληροφορώ». Για την φωτογραφία με τον Ντέιβιντ θα πει συγκεκριμένα «Είναι μία πραγματικότητα, η εταιρεία μας κατά κύριο λόγο θέλει να βάλει τον κόσμο σε σκέψεις. Μπορείς να γίνεις πολύ πιο χρήσιμος από το να πουλάς ένα προϊόν. Να κάνεις κάτι παραπάνω. Και εμείς θέλαμε να δώσουμε το ίδιο πνεύμα, την ίδια ευαισθησία και την ίδια φροντίδα που δίνουμε για τα ρούχα μας και σε άλλους». Κάπου εκεί έπεσε και η ερώτηση του 1,6 δισ. δολαρίων (όσες και οι πωλήσεις της Benetton τον καιρό εκείνο): «Θα σταματήσετε την καμπάνια σας αν δείτε τις πωλήσεις να πέφτουν;». Διατηρώντας την ψυχραιμία του, ο Τοσκάνι απάντησε: «Είναι μία ακαδημαϊκή ερώτηση, αλλά είναι κάτι που θα πρέπει να σκεφτώ. Γιατί η καμπάνια “Reality” έχει προκαλέσει τόση ενόχληση; Η παραδοσιακή διαφήμιση είναι ένα όμορφο μπουκέτο από ψέματα. Από που δείχνουμε εμείς είναι η πραγματικότητα. Αν οι άνθρωποι προτιμούν την λογοκρισία, τι να πω; Λυπάμαι».
Στην άλλη μεριά του Ατλαντικού και στο Οχάιο η νεαρή Τερέζ ήταν σε απόγνωση σχετικά με τον θόρυβο που είχε προκαλέσει η φωτογραφία της. Πίστευε ότι είχαν πέσει θύματα εξαπάτησης από την Benetton και ότι η εταιρεία ρουχισμού τους χρησιμοποιούσε. Οι κουβέντες του πατέρα του Ντέιβιντ την καθησύχασαν και τις θύμισαν τα λόγια που τις είχε πει και ο ίδιος ο Ντέιβιντ πριν φύγει. «Πραγματικά είχα καταρρεύσει, αλλά ο Μπιλ Κίρμπι μου είπε κάτι που ποτέ δεν θα ξεχάσω. “Άκουσε Τερέζ, η Benetton ούτε μας χρησιμοποίησε ούτε μας εκμεταλλεύτηκε. Εμείς τους χρησιμοποιήσαμε. Εξαιτίας τους, η φωτογραφία έγινε γνωστή σε όλο τον κόσμο και αυτό ήταν που ήθελε και ο Ντέιβιντ”. Τότε πραγματικά ηρέμησα».
Ο Μπιλ Κίρμπι έδωσε και μία συνέντευξη Τύπου όταν η Vogue πήρε απόφαση να φιλοξενήσει τελικά την φωτογραφία: «Είναι αυτό που θα ήθελε να γίνει και ο ίδιος (ο Ντέιβιντ). Η Benetton δεν εκμεταλλεύτηκε την οδύνη μας για να πουλήσει πουλόβερ. Ο Ντέιβιντ αν και νεκρός, έχει πιο δυνατή φωνή από τότε που ήταν στην ζωή».
Την καλύτερη όμως απάντηση την έδωσε η Μπαρντ Κοντλ. Η νοσοκόμα η οποία φρόντιζε καθημερινά τον Ντέιβιντ τα τρία τελευταία χρόνια της ζωής του. Ήξερε τα πάντα για αυτόν. Για την ζωή του πριν μπει στο νοσοκομείο. Για το κυνηγητό που είχε δεχθεί στην μικρή πόλη που επέστρεψε γιατί ήταν φορέας. Ακόμη και για τους συναδέλφους της, οι οποίοι αμέσως μετά τον θάνατο του, έκαψαν τα πράγματα που είχε φέρει μαζί του για να μην «κολλήσουν». Για όλη αυτή την προσπάθεια που έκανε ο Ντέιβιντ απέναντι σε μύθους και προκαταλήψεις , καθώς και για την επιμονή του να μάθει ο κόσμος τι ακριβώς είναι το Aids. H ίδια δεν άντεξε όλη αυτή την κριτική για την καμπάνια και έστειλε επιστολή στους New York Times:
«Αυτό που κατάφερε η φωτογραφία με τον Ντέιβιντ και την οικογένεια του δεν το έχει καταφέρει καμία άλλη φωτογραφία που έχω δει έως τώρα: απάλυνε τις καρδιές των ανθρώπων σε ότι αφορά τον πόνο που προκαλεί το AIDS. Δεν μπορείς να δεις αυτή την φωτογραφία και να πεις ότι μισείς κάποιον που έχει AIDS. Απλά δεν μπορείς».
 
 Time.com, adland.tv, seattletimes.com