Δύο άνθρωποι σκοτώθηκαν την Παρασκευή στο βόρειο Ισραήλ, όταν Παλαιστίνιος οδηγός έπεσε με αυτοκίνητο πάνω σε πολίτες και στη συνέχεια επιτέθηκε με μαχαίρι... ανακοίνωσε η αστυνομία.
Λίγη ώρα αργότερα, ο υπουργός Άμυνας Ισραέλ Κατς έδωσε εντολή για άμεση στρατιωτική αντίδραση στην παλαιστινιακή κωμόπολη από την οποία, όπως είπε, καταγόταν ο δράστης.
Η επίθεση ξεκίνησε το απόγευμα στη Μπεΐτ Σεάν. Σύμφωνα με τις αρχές, ο δράστης παρέσυρε με το όχημά του πεζούς, σκοτώνοντας έναν άνδρα και τραυματίζοντας έναν έφηβο. Στη συνέχεια κινήθηκε προς την εθνική οδό και κοντά στην είσοδο της Αφούλα μαχαίρωσε θανάσιμα μία νεαρή γυναίκα, τραυματίζοντας ακόμη ένα άτομο. Εκεί, σύμφωνα με τις ίδιες πληροφορίες, δέχθηκε πυρά από αστυνομικούς.
Ο πρωθυπουργός Μπενιαμίν Νετανιάχου ανακοίνωσε ότι τα θύματα ήταν ο 68χρονος Σίμσον Μορντεχάι και ο έφηβος Αβίβ Μαόρ. Διασώστες διαπίστωσαν τον θάνατό τους επί τόπου.
Ο πρόεδρος του Ισραήλ Ισαάκ Χέρτσογκ δήλωσε «σοκαρισμένος» από όσα συνέβησαν και έκανε λόγο για ανάγκη ενίσχυσης της ασφάλειας στην περιοχή.
Στο μεταξύ, ο στρατός άρχισε να συγκεντρώνει δυνάμεις κοντά στην Καμπατίγια, στην κατεχόμενη Δυτική Όχθη, με τον υπουργό Άμυνας να δηλώνει ότι έδωσε εντολή να υπάρξει «ισχυρή και άμεση δράση» εναντίον υποδομών που χαρακτήρισε «τρομοκρατικές». Προειδοποίησε ότι «όποιος βοηθά ή χρηματοδοτεί την τρομοκρατία θα πληρώσει το πλήρες τίμημα».
Το Ισραήλ συνηθίζει να πραγματοποιεί επιχειρήσεις στις κοινότητες από τις οποίες προέρχονται δράστες επιθέσεων στη Δυτική Όχθη, ή να προχωρά σε κατεδαφίσεις κατοικιών οικογενειών τους, πρακτική που, όπως υποστηρίζει, λειτουργεί αποτρεπτικά και συνδέεται με τον εντοπισμό ένοπλων δικτύων. Οργανώσεις δικαιωμάτων, ωστόσο, την χαρακτηρίζουν μορφή συλλογικής τιμωρίας.
Η περιοχή της Καμπατίγια, κοντά στην Τζενίν, βρίσκεται στο επίκεντρο επιχειρήσεων τις τελευταίες εβδομάδες. Στις 20 Δεκεμβρίου, ο ισραηλινός στρατός ανακοίνωσε ότι σκότωσε στην περιοχή ένα άτομο που, κατά την εκδοχή του, επιχείρησε να επιτεθεί στους στρατιώτες, ενώ αργότερα ανέφερε ότι το περιστατικό εξετάζεται, μετά τη δημοσιοποίηση υλικού από παλαιστινιακά μέσα.
