Latest News

Κυριακή 5 Απριλίου 2015

Απευθείας ανάθεση 500 εκατ. δολαρίων για πολεμικά αεροσκάφη

Απευθείας ανάθεση 500 εκατ. δολαρίων για πολεμικά αεροσκάφη
Το πρώτο μεγάλο εξοπλιστικό πρόγραμμα έπειτα από σχεδόν 10 χρόνια αποφάσισε να προχωρήσει αιφνιδίως η κυβέρνηση του Αλέξη Τσίπρα, δίνοντας με απευθείας ανάθεση και διακρατική συμφωνία...
στις ΗΠΑ (εταιρεία Lockheed Martin) τον εκσυγχρονισμό πέντε παλαιών αεροσκαφών ναυτικής συνεργασίας εκτιμώμενου προϋπολογισμού 500 εκατ. δολαρίων.
Η έγκριση δόθηκε την Κυριακή 15 Μαρτίου από τον πρωθυπουργό Αλέξη Τσίπρα έπειτα από εισήγηση του Πάνου Καμμένου και με τη γραπτή έγκριση του υπουργού Εξωτερικών Νίκου Κοτζιά, του αναπληρωτή υπουργού Εσωτερικών και Διοικητικής Ανασυγκρότησης Γιάννη Πανούση, του αναπληρωτή υπουργού Οικονομίας, Υποδομών, Ναυτιλίας και Τουρισμού Θοδωρή Δρίτσα και του αρχηγού ΓΕΕΘΑ, στρατηγού Μιχάλη Κωσταράκου (ΚΥΣΕΑ), οι οποίοι επικύρωσαν ομοφώνως την εισήγηση του υπουργού Εθνικής Αμυνας. Ηδη η ελληνική κυβέρνηση έδωσε εντολή να εκταμιευθεί η προκαταβολή ύψους 45 εκατ. δολαρίων προς τους Αμερικανούς η οποία σηματοδοτεί την τυπική έναρξη του προγράμματος.
Η πληρωμή των 45 εκατ.δολαρίων στη Lockheed Martin που ενεργοποιεί τη σύμβαση αναβάθμισης των αεροσκαφών γίνεται σε μια χρονική περίοδο που τα ταμειακά διαθέσιμα του Δημοσίου έχουν σχεδόν εξαντληθεί και στην κυβέρνηση αμφιταλαντεύονται από το δίλημμα αν θα πληρωθούν μισθοί και συντάξεις ή οι δόσεις προς τους δανειστές. Αξίζει να σημειωθεί ότι ο κ. Δρίτσας είχε εκφράσει την έντονη αντίδρασή του όταν προκηρύχθηκαν οι εκλογές και προειδοποιήσει την κυβέρνηση Σαμαρά να μην προχωρήσει σε εκταμίευση κονδυλίων για οπλικά συστήματα.
Σταδιακή παράδοση σε 7,5 χρόνια
Το πρόγραμμα που θα διαρκέσει επτά χρόνια αφορά τον εκσυγχρονισμό, τη συντήρηση και εν συνεχεία την υποστήριξη πέντε εκ των έξι αεροσκαφών τύπου P-3Β Orion, τα οποία αποκτήθηκαν δωρεάν από τις ΗΠΑ την περίοδο 1991-1992 και είναι σήμερα ηλικίας 35 ετών, σε μια προσπάθεια να επιμηκυνθεί ο χρόνος ζωής τους για ακόμη 15.000 ώρες πτήσεων. Τα συγκεκριμένα αεροσκάφη βρίσκονταν σε υπηρεσία στο Πολεμικό Ναυτικό μέχρι το 2009, οπότε το Ανώτατο Ναυτικό Συμβούλιo αποφάσισε ότι ο εκσυγχρονισμός τους είναι οικονομικά ασύμφορος και προχώρησε στην απόσυρσή τους. Με απλά λόγια στο υπουργείο Εθνικής Αμυνας θεωρούσαν τα αεροσκάφη αυτά υπέργηρα και τα παρόπλισαν εκτιμώντας ότι η αναβάθμισή τους δεν είχε νόημα.
Η προκήρυξη των εκλογών της 25ης Ιανουαρίου σε συνδυασμό με την απροθυμία της προηγούμενης κυβέρνησης να υλοποιήσει τον εκσυγχρονισμό των αεροσκαφών ναυτικής συνεργασίας ανέστειλαν το πρόγραμμα. Έντονες ήταν και οι αντιδράσεις του τότε επικεφαλής του Τμήματος Αμυντικής Πολιτικής του ΣΥΡΙΖΑ κ. Δρίτσα, ο οποίος είχε προειδοποιήσει την κυβέρνηση Σαμαρά να μην προχωρήσει σε εκταμίευση κονδυλίων για οπλικά συστήματα.
Μετά την αλλαγή κυβέρνησης, το ΓΕΕΘΑ επανέφερε την επιχειρηματολογία του ότι ο εκσυγχρονισμός των υπαρχόντων αεροσκαφών ναυτικής συνεργασίας είναι η συμφερότερη και αποτελεσματικότερη επιλογή για την προάσπιση της εθνικής ασφάλειας. Ο νέος υπουργός Εθνικής Αμυνας ενημερώθηκε ότι το προβλεπόμενο κόστος του προγράμματος της ριζικής αναβάθμισης των P-3B Orion μαζί με τα εκτιμώμενα κονδύλια για συντήρηση και υποστήριξη του αεροσκάφους μέχρι το 2030 ανερχόταν περίπου σε 500 εκατ. δολάρια με ορίζοντα αποπληρωμής των Αμερικανών το 2021.
Μέσα σε 48 ημέρες από την ημέρα που η κυβέρνηση συνεργασίας του ΣΥΡΙΖΑ με τους ΑΝ.ΕΛ. ανέλαβε τη διακυβέρνηση της χώρας και συγκεκριμένα στις 15 Μαρτίου του 2015, το ΚΥΣΕΑ, υπό την προεδρία του κ. Τσίπρα, αποφάσισε τον εκσυγχρονισμό μέσης ζωής «έως 5 αεροσκαφών P-3B του Πολεμικού Ναυτικού» και ανέθεσε στον υπουργό Εθνικής Αμυνας να προβεί στις περαιτέρω απαραίτητες ενέργειες. Σε πολύ μικρό χρονικό διάστημα, η Γενική Διεύθυνση Εξοπλισμών του υπουργείου Αμυνας που ανέλαβε να προωθήσει τον φάκελο εκσυγχρονισμού των αεροσκαφών P-3B κατά προτεραιότητα υπέγραψε τη διακρατική συμφωνία με την κυβέρνηση των ΗΠΑ και ανέθεσε στην αμερικανική εταιρεία Lockheed Martin να αναλάβει την υλοποίηση του προγράμματος σε συνεργασία με την Ελληνική Αεροπορική Βιομηχανία (ΕΑΒ) και άλλες ελληνικές εταιρείες ως υποκατασκευαστές κρίσιμων συστημάτων που θα ενσωματωθούν στα παλαιά αεροσκάφη.
Κι αυτό σήμερα, σε μια ιδιαίτερη περίοδο τρομακτικής οικονομικής στενότητας, που το Ελληνικό Δημόσιο αναζητά εναγωνίως κονδύλια για να πληρώσει μισθούς και συντάξεις, δεσμεύοντας καταθέσεις ΔΕΚΟ, ή και τα διαθέσιμα των Περιφερειών.
Τις ημέρες αυτές, σύμφωνα με πληροφορίες, αποδεσμεύονται 45 εκατ. δολάρια ως προκαταβολή στους Αμερικανούς, μέσω Foreign Military Sales (FMS), και το πρόγραμμα πλέον ενεργοποιείται και τυπικά. Κι όλα αυτά για να εκσυγχρονιστούν πέντε αεροσκάφη τα οποία σήμερα έχουν ηλικία 35 ετών, για τα οποία θα εκταμιευθούν από τα δημόσια ταμεία σχεδόν 500 εκατ. δολάρια κι όταν τελικώς παραδοθούν σε επτάμιση χρόνια από σήμερα, τα P-3B θα είναι 42 ετών.
Ειδικοί λένε ότι μεταξύ των άλλων θεμάτων που προκαλούν ενδιαφέρον και αναμένουν απαντήσεις είναι πως ίσως για πρώτη φορά υπάρχει ασάφεια τόσο για το τελικό κόστος του προγράμματος που θα επιβαρύνει τους φορολογούμενους, όσο και για τον αριθμό των αεροσκαφών P-3B που τελικώς θα εκσυγχρονιστούν. Οπως αναφέρεται στην κατακυρωτική απόφαση της προμήθειας με ημερομηνία επίσης 15 Μαρτίου 2015 (την ίδια ημέρα που συνεδρίασε το ΚΥΣΕΑ και ενέκρινε την υλοποίηση του εξοπλιστικού προγράμματος), το τελικό κόστος του υποπρογράμματος μαζί με την εν συνεχεία υποστήριξη των αεροσκαφών για την περίοδο 2022-2027 ανέρχεται στο ποσό των 499,8 εκατ. δολαρίων (393,54 εκατ. ευρώ με τιμές ισοτιμίας 1:1,27 της 30ής Οκτωβρίου 2014). Η δαπάνη για την προμήθεια υλικών και υπηρεσιών για τον εκσυγχρονισμό μέσης ζωής και την αναβάθμιση των νέων συστημάτων που θα ενσωματωθούν αφορά την επιχειρησιακή εκμετάλλευση «έως 5 αεροσκαφών P-3B του Πολεμικού Ναυτικού εντός του ποσού των 499,8 εκατ. δολαρίων». Με απλά λόγια και με δεδομένο ότι οι Αμερικανοί αποφάνθηκαν πως τα παροπλισμένα αεροσκάφη βρίσκονται στη χειρότερη δυνατή κατάσταση, δεν είναι ξεκάθαρο ούτε το συνολικό κόστος του προγράμματος, ούτε όμως και ο τελικός αριθμός των αεροσκαφών που θα αναβαθμιστούν.
Εντύπωση έχει προκαλέσει το γεγονός ότι η αναβάθμιση των αεροσκαφών ναυτικής συνεργασίας δεν συζητήθηκε στη Βουλή από την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝ.ΕΛ., παρά το γεγονός ότι το κόστος του προγράμματος αυξήθηκε κατά 30% λόγω της αλλαγής της ισοτιμίας ευρώ/δολαρίου μέσα σε λίγους μήνες. Ενώ στις 30 Οκτωβρίου του 2014 η ισοτιμία ήταν στο 1:1,27, η ενεργοποίηση της σύμβασης και της LOA (Letter of Acceptance) έγινε με την ισοτιμία στο 1:1,08.
Η υλοποίηση του προγράμματος επί της ουσίας έγινε εν κρυπτώ. Επίσημη ανακοίνωση με τα βασικά χαρακτηριστικά του προγράμματος δεν υπήρξε ούτε για την απόφαση που έλαβε το ΚΥΣΕΑ στις 15 Μαρτίου να εγκρίνει την αναβάθμιση έως 5 αεροσκαφών ναυτικής συνεργασίας με εκτιμώμενο κόστος 499,8 εκατ.δολάρια ούτε για την ενεργοποίηση της σύμβασης με την εκταμίευση της προκαταβολής .
Η απάντηση του υπουργείου Εθνικής Άμυνας
Με ανακοίνωση που εκδόθηκε το απόγευμα του Σαββάτου, το υπουργείο Εθνικής Άμυνας επιβεβαιώνει πλήρως όλα τα στοιχεία του ρεπορτάζ.
Διαβάστε την ανακοίνωση:
Σάββατο, 04 Απριλίου 2015
ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΤΥΠΟΥ
«Σχετικά με δημοσίευμα της εφημερίδας Πρώτο Θέμα αναφέρονται τα εξής:
Η συμφωνία για την αναβάθμιση των αεροσκαφών ναυτικής συνεργασίας P3 είναι διακρατική μέσω FMS. Απαράβατος όρος της ελληνικής πλευράς ήταν οι εργασίες να γίνουν στην Ελλάδα από ελληνική βιομηχανία.
Τα συγκεκριμένα αεροσκάφη χρησιμοποιούν πολλές χώρες ανάμεσα στις οποίες είναι οι ΗΠΑ, η Γερμανία, ο Καναδάς, η Ιαπωνία, η Νορβηγία, η Ν. Κορέα, η Αυστραλία, η Νέα Ζηλανδία, η Βραζιλία. Όλες αυτές οι χώρες τα αναβαθμίζουν και τα διατηρούν στη δύναμη τους.
Η λύση της αναβάθμισης κρίνεται συμφερότερη από την προμήθεια νέων αεροσκαφών για πολλούς λόγους. Ο χρόνος ζωής των αεροσκαφών παρατείνεται για τουλάχιστον 20 χρόνια, διαθέτουμε ήδη ανταλλακτικά για τον συγκεκριμένο τύπο αεροσκάφους, εκπαιδευμένο προσωπικό, οργανωμένη μονάδα υποστήριξης.
Είχε προταθεί η προμήθεια παροπλισμένων αεροσκαφών του αμερικανικού πολεμικού ναυτικού, τα οποία όμως χρειάζονταν τις ίδιες εργασίες αναβάθμισης με μεγαλύτερο κόστος ώστε να είναι διαθέσιμα ενώ όλες οι εργασίες θα γίνονταν στις ΗΠΑ και όχι στην Ελλάδα.
Το ΓΕΝ είχε εισηγηθεί να γίνει επισκευή μέσω FMS και πέρασε ΚΥΣΕΑ από την προηγούμενη κυβέρνηση τον Αύγουστο του 2014. Στη συνέχεια η ίδια συμφωνία προσυπεγράφη και πέρασε ΚΥΣΕΑ με τους ίδιους όρους και την χρηματοδότηση από την σημερινή κυβέρνηση στις 15 Μαρτίου 2015 που ήταν η καταληκτική ημερομηνία».