Latest News

Σάββατο 14 Οκτωβρίου 2017

«Βίασαν τη σύζυγό μου και σκότωσαν το παιδί μου...»!


Ο Τζόσουα Μπόιλ, που κρατούνταν επί σχεδόν πέντε χρόνια μαζί με τη σύζυγό του Κέιτλαν Κόουλμαν και τα τρία τους παιδιά αιχμάλωτοι στο Αφγανιστάν από το...
δίκτυο Χακάνι, κατηγόρησε τους αντάρτες ότι σκότωσαν ένα από τα παιδιά του και βίασαν τη σύζυγό του, λίγο μετά την άφιξή του την Παρασκευή το βράδυ στον Καναδά.
Η Αμερικανίδα Κόουλμαν και ο Καναδός Μπόιλ απήθχησαν το 2012 στο Αφγανιστάν από το δίκτυο Χακάνι, που συνδέεται με τους Ταλιμπάν. Απελευθερώθηκαν λίγες ημέρες νωρίτερα από τον στρατό του Πακιστάν, που τους εντόπισε στο βορειοδυτικό τμήμα της χώρας, κοντά στα σύνορα με το Αφγανιστάν, μαζί με τα τρία παιδιά τους που απέκτησαν όσο καιρό ήταν αιχμάλωτοι.
«Η ηλιθιότητα και το κακό του δικτύου Χακάνι που απήγαγε έναν προσκυνητή και την έγκυο σύζυγό του, που είχαν πάει να βοηθήσουν απλούς χωρικούς στις περιοχές του Αφγανιστάν που ελέγχονταν από τους Ταλιμπάν, ξεπεράστηκαν μόνο από την ηλιθιότητα και το κακό να επιτρέψουν τον φόνο της κόρης μου Μπόιλ, της μάρτυρα Μπόιλ, εξαιτίας της επίμονης άρνησής μου να δεχθώ την πρόταση που μου έκαναν οι εγκληματίες του δικτύου Χακάνι», δήλωσε ο Μπόιλ.
Διαβάζοντας ένα κείμενο που είχε προετοιμάσει μπροστά στις κάμερες, ο Καναδός πρώην αιχμάλωτος, σχεδόν με δάκρυα στα μάτια πρόσθεσε ότι εξαιτίας της άρνησής του «βιάστηκε η σύζυγός μου, όχι ως μια μεμονωμένη πράξη, αλλά από έναν φρουρό, τον οποίο βοήθησε ο επικεφαλής των φρουρών και επόπτευε ο διοικητής του δικτύου Χακάνι Αμπού Χάτζαρ».
Ο Μπόιλ επεσήμανε ότι οι Ταλιμπάν, στους οποίους αναφέρθηκε με το επίσημο όνομά τους το Ισλαμικό Εμιράτο του Αφγανιστάν, διεξήγαγαν έρευνα πέρυσι και επιβεβαίωσαν ότι το δίκτυο Χακάνι διέπραξε το 2014 αυτά τα εγκλήματα εις βάρος της οικογένειάς του.
Ζήτησε μάλιστα από τους Ταλιμπάν «να αποδώσουν στην οικογένεια μου τη δικαιοσύνη που μας οφείλουν».
Τόνισε ότι είναι σημαντικό πλέον η οικογένειά του να καταφέρει να «δημιουργήσει ένα ασφαλές καταφύγιο» και εξέφρασε την επιθυμία να προσφέρει στα παιδιά τους, εκτός από παιδεία, ένα περιβάλλον στο οποίο θα μπορέσουν «να ανακτήσουν ένα μέρος της παιδικής τους ηλικίας που έχασαν».
Ο Καναδός δήλωσε ότι είχε πάει στο Αφγανιστάν για να βοηθήσει «την πιο παραμελημένη μειονότητα του κόσμου».
«Αυτούς τους καθημερινούς χωρικούς που ζουν σε απομονωμένες περιοχές, που ελέγχονται από τους Ταλιμπάν στο Αφγανιστάν, όπου καμία ΜΚΟ, κανένας εργαζόμενος σε ανθρωπιστική οργάνωση και καμία κυβέρνηση δεν έχει καταφέρει να προσφέρει την απαραίτητη βοήθεια».
Λίγο νωρίτερα η κυβέρνηση του Καναδά χαιρέτισε «την πολυαναμενόμενη επιστροφή» του Τζόσουα Μπόιλ και της οικογένειάς του.
«Ο Καναδάς διαδραμάτισε ενεργό ρόλο σε όλα τα επίπεδα στην υπόθεση του Μπόιλ και θα συνεχίσει να στηρίζει εκείνον και τους συγγενείς του, τώρα που έχουν επιστρέψει στη χώρα», ανέφερε το καναδικό υπουργείο Εξωτερικών.
Ο Μπόιλ αρνήθηκε να απαντήσει σε ερωτήσεις των δημοσιογράφων.
Μετά την απελευθέρωσή της η οικογένεια ταξίδεψε από το Πακιστάν στο Λονδίνο και μετά στο Τορόντο. Αντίθετα με τις πληροφορίες που είχαν δώσει την Πέμπτη οι αμερικανικές ένοπλες δυνάμεις, ο Μπόιλ τόνισε ότι δεν αρνήθηκε να επιβιβαστεί σε αεροσκάφος της αμερικανικής Πολεμικής Αεροπορίας και ζήτησε να μεταφερθεί στον Καναδά, όπου ζει η οικογένειά του.
Ο Καναδός είχε εμπλακεί ενεργά στην υπεράσπιση του Ομάρ Καντρ, του 15χρονου που συνελήφθη το 2002 στο Αφγανιστάν και κρατήθηκε επί χρόνια στο Γκουαντάναμο προτού αφεθεί ελεύθερος και επιστρέψει στη χώρα καταγωγής του, τον Καναδά. Ο Μπόιλ είχε παντρευτεί το 2009 την αδελφή του Καντρ, Ζεϊνάμπ.
Την Πέμπτη η υπουργός Εξωτερικών του Καναδά Κρίστια Φρίλαντ διαβεβαίωσε ότι ο Μπόιλ «δεν αποτελεί αντικείμενο έρευνας» στη χώρα, ενώ τόνισε ότι δεν καταβλήθηκαν λύτρα για την απελευθέρωση της οικογένειας. ΑΠΕ-ΜΠΕ